Πως προσπαθεί μια κανονικά λειτουργική οικογένεια να διατηρήσει την ισορροπία;
Η ομοιόσταση αναφέρεται σε εκείνες τις εσωτερικές συνεχείς, διαρκείς και δυναμικά αλληλεπιδραστικές διαδικασίες που πραγματοποιούνται σε μια οικογένεια και βοηθούν στην εξασφάλιση εσωτερικής ισορροπίας. Τα μέλη της οικογένειας επιχειρούν να αποκαταστήσουν ένα σταθερό περιβάλλον όποτε διαταράσσεται. Η οικογένεια, ως σύστημα που ενεργοποιείται από λάθη η από υπερβολές, περιορίζει συνήθως τη συμπεριφορά σε ένα στενό φάσμα – για παράδειγμα, ο καβγάς ανάμεσα σε δυο παιδιά δεν επιτρέπεται να κλιμακωθεί μέχρι το σημείο της επίθεσης. Σε μια κατάσταση που εξελίσσεται κατ αυτόν τον τρόπο, ο γονέας είναι πιθανό να κάνει μια η περισσότερες από τις εξής ενέργειες: να επιπλήξει το ένα η και τους δυο· να μιλήσει στον ένα η και στους δυο· να τους θυμίσει τους οικογενειακούς δεσμούς και ευθύνες· να τιμωρήσει τον ένα η και τους δυο· να αγκαλιάσει και τους δυο και να τους παροτρύνει να λύσουν τη μέχρι τώρα διαφορά τους· να ενεργήσει ως διαιτητής· να κρατήσει τον ένα μακριά από τον άλλο, μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Όποια κι αν είναι η λύση που θα δοκιμαστεί, η προσπάθεια κατευθύνεται, τουλάχιστον εν μέρει, στην επιστροφή του συστήματος στην προηγούμενη ισορροπία του.
Τι συμβαίνει, ωστόσο, όταν μια οικογένεια πρέπει να αλλάξει η να τροποποιήσει τους κανόνες της;
Στις παθογόνους οικογένειες, οι απαιτήσεις ακόμα και για τις πιο απαραίτητες η μέτριες αλλαγές, μπορεί να αντιμετωπιστούν με αυξημένη ακαμψία καθώς η οικογένεια προσπαθεί με πείσμα να διατηρήσει τους οικογενειακούς δεσμούς. Μπορεί να αναπτυχθούν συμπτώματα σε ένα μέλος της οικογένειας όταν το οικογενειακό σύστημα δεν είναι αρκετά ευέλικτο για να επιτρέψει την αλλαγή ώστε να καλύψει τις μεταβαλλόμενες εξελικτικές ανάγκες των μελών της. Για παράδειγμα, ήρθε πρόσφατα στο γραφείο μου μια οικογένεια με μοναχοκόρη στην ηλικία των οκτώ ετών, όπου ζει στην Αθήνα και βιώνουν το γεγονός του να κάνει εμετούς από την ηλικία των τριών ετών η κόρη τους. Η κόρη τους επισκέφθηκε τους παππούδες της στην επαρχία, τους γονείς της μητέρας της δηλαδή, όπου είδε να κακοποιούν ο ένας τον άλλον. Η κόρη όλα αυτά τα χρόνια μέσα από αυτό το σύμπτωμα δηλαδή μόλις αγχώνεται κάνει εμετούς, πιέζει την μητέρα της να σταματήσει να αντιγράφει κακοποιητικες συμπεριφορές που βίωνε η ίδια κατά το μεγάλωμα της. Η μητέρα αντιστέκεται στην αλλαγή αυτή, η κόρη υποφέρει, οι γονείς παραμένουν σε άκαμπτη θέση και συζητούν στη θεραπεία για την επιφανειακή ευαισθησία της κόρης τους που αγχώνεται με το παραμικρό και κάνει εμετούς.
Αυτό συμβαίνει γιατί η μητέρα της οκτάχρονης κόρης, από παιδί βίωνε τεράστιο άγχος και φόβο, οτι οι γονείς τους θα αρρωστήσουν, θα πεθάνουν και θα μείνει μόνη της. Ο φόβος αυτός γιγαντονωταν και την ακινητοποιούσε. Έτσι ακινητοποιημένη είναι απέναντι στη δυσκολία της κόρης της.
Θα χρειαστεί χρόνος στη θεραπεία, υπομονή και προσωπικό κίνητρο να δοκιμάσει να κάνει αλλαγές αυτό το ζευγάρι και να ακούσει την ανάγκη του οικογενειακού συστήματος τους για ζεστασιά, σεβασμό, αγάπη, η οποία εκφράζεται μέσα από το σύμπτωμα των εμετών που κάνει η κόρη τους πέντε χρόνια.